γεώφυτα

γεώφυτα
τα
φυτά τών οποίων τα όργανα συντήρησης (οφθαλμοί, μυκήλιο κλπ.) βρίσκονται μέσα στο χώμα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • γεώφυτα — τα φυτά τα οποία ακόμα και μετά την περίοδο της βλάστησης, χάρη σε ορισμένα υπόγεια όργανά τους (κονδύλους, βολβούς), έχουν την ικανότητα να βλασταίνουν …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • γη — Γ. ονομάζεται γενικά το έδαφος πάνω στο οποίο κατοικούμε (ετυμολογείται από το αρχαίο γαία). Με ευρύτερη έννοια, ορίζεται επίσης η οικουμένη, ο επίγειος κόσμος, η επιφάνεια του εδάφους. Γ., όμως, ονομάζεται κυρίως ο τρίτος πλανήτης του ηλιακού… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”